ΔΕΗ: Υποχρεώσεις Καθολικής Υπηρεσίας, Εσχάτου Καταφυγίου και Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ Α.Ε.
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΤΑΙΡΙΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ & ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
                                  
                                               
                                                             ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Η παροχή Υπηρεσιών Κοινωνικής Ωφέλειας (ΥΚΩ) στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας αποτελεί υποχρέωση της κάθε χώρας – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου να επιτευχθούν διάφοροι κοινωνικοί, περιφερειακοί και περιβαλλοντικοί στόχοι.
Στην Ελλάδα ειδικότερα, με βάση την εθνική νομοθεσία, μέσω των ΥΚΩ εξασφαλίζεται η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος:
• Στους καταναλωτές των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών και των Απομονωμένων Μικροδικτύων, με τιμολογήσεις ίδιες, ανά κατηγορία καταναλωτή, με αυτές που ισχύουν για τους καταναλωτές της ηπειρωτικής χώρας (Διασυνδεδεμένο Σύστημα) και
• στους ευπαθείς καταναλωτές με ειδικά μειωμένα τιμολόγια, στους οποίους περιλαμβάνονται πολύτεκνοι, μακροχρόνια άνεργοι, άτομα με χαμηλό εισόδημα κλπ.
Τα ανωτέρω υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, ο Νομικός Σύμβουλος της ΔΕΗ ΑΕ κ. Αργύρης Οικονόμου, ο οποίος παρουσίασε τις ρυθμίσεις του Ευρωπαϊκού και του Ελληνικού Δικαίου σχετικά με τις υποχρεώσεις Καθολικής Υπηρεσίας, Εσχάτου Καταφυγίου και Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ), κατά την Ημερίδα της Διεύθυνσης Νομικών Υπηρεσιών που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα την Παρασκευή 6 Απριλίου.

Λόγω του ιδιαίτερου ενδιαφέροντος που δείχνουν τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης σχετικά με τις ΥΚΩ κατά το τελευταίο διάστημα, για την καλλίτερη κατανόησή τους, παρουσιάζονται τα κυριότερα σημεία της ανάλυσης του κ. Αρ. Οικονόμου, ο οποίος ανέφερε τα ακόλουθα:

Η νομοθεσία

Επειδή το αγαθό της ηλεκτρικής ενέργειας είναι ζωτικής σημασίας για το σύγχρονο άνθρωπο, τόσο το Ευρωπαϊκό (άρθρο 3 των Οδηγιών 2003/54 και 2009/72) όσο και το Ελληνικό Δίκαιο (άρθρο 29 Ν. 2773/99, 28 Ν. 3426/05 και 55 και επόμενος Ν. 4001/2011) προβλέπουν τόσο την Υποχρέωση των Κρατών – Μελών (προκειμένου για την Καθολική Υπηρεσία) όσο και το δικαίωμά τους (προκειμένου περί των ΥΚΩ και του Εσχάτου Καταφυγίου) να αναπτύξουν σχετικές πολιτικές.
Οι παραπάνω υποχρεώσεις αποσκοπούν και εξυπηρετούν τους εξής στόχους:
• Διασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού,
• ένταξη στην ενιαία εσωτερική αγορά απομονωμένων περιοχών (π.χ. με τη διασύνδεση νησιών,
• προστασία ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων (π.χ. πολύτεκνοι),
• επίτευξη συγκεκριμένων στόχων περιφερειακής πολιτικής (π.χ. τιμολόγηση ελληνικών νησιών και
• περιβαλλοντικές πολιτικές (π.χ. με την ενίσχυση της προμήθειας αποκλειστικά από «πράσινη» ενέργεια).

Καταβολή ανταλλάγματος

Στις επιχειρήσεις που φέρουν τις αντίστοιχες υποχρεώσεις – όπως υπογράμμισε στη συνέχεια ο κ. Οικονόμου – μπορεί να προβλεφθεί από κάθε Κράτος - μέλος η καταβολή ανταλλάγματος για την αντιστάθμιση εκείνου του ανταγωνιστικού μειονεκτήματος που υφίσταται η επιβαρυμένη με την αντίστοιχη υποχρέωση επιχείρηση έναντι των ανταγωνιστών της. Στο σημείο αυτό ο κ. Οικονόμου επεσήμανε τα ακόλουθα:
• Τόσο η θεσμοθέτηση των ως άνω υποχρεώσεων όσο και η παροχή σχετικού ανταλλάγματος ουδέποτε έχει αμφισβητηθεί από τα αρμόδια όργανα, το όριο δε που τίθεται ανάγεται στην υποχρέωση μη παραβίασης των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων.
• Γενικός κανόνας του ευρωπαϊκού δικαίου είναι η κατ΄ αρχήν απαγόρευση των κρατικών ενισχύσεων δεδομένου του ασυμβίβαστου χαρακτήρα τους με την έννοια της ενιαίας αγοράς.
• Ο κανόνας της απαγόρευσης των κρατικών ενισχύσεων συντρέχει παραλλήλως προς τις διατάξεις που αφορούν ενισχύσεις προς επιχειρήσεις που παρέχουν Υπηρεσίες Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος (ΥΓΟΣ).Τέτοιες υπηρεσίες παρέχονται από δημόσιες ή ιδιωτικές επιχειρήσεις, στις οποίες το Κράτος έχει αναθέσει (κατά προτίμηση κατόπιν διενέργειας σχετικού διαγωνισμού) τη διαχείριση συμφερόντων του κοινωνικού συνόλου. Δεδομένου ότι τα ίδια συμφέροντα εξυπηρετούν οι ΥΚΩ, είναι προφανές ότι οι ΥΚΩ ανήκουν στις ΥΓΟΣ υπό την ευρεία έννοια.
• Όπως γίνεται δεκτό και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή – με πρόσφατη Ανακοίνωση της τον Ιανουάριο 2012 – το εν λόγω αντιστάθμισμα πρέπει να αντιστοιχεί σε τέτοιο ποσό, έτσι ώστε να καλύπτει, όχι μόνο το κόστος της παρεχόμενης υπηρεσίας αλλά και ένα εύλογο κέρδος.


Ειδικά τιμολόγια

Στη συνέχεια ο κ. Αργύρης Οικονόμου, Νομικός Σύμβουλος της ΔΕΗ ΑΕ, υπογράμμισε ότι, κατά το ελληνικό δίκαιο, ως Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) καθορίζονται:
1. Η παροχή ηλεκτρικής ενέργειας στους καταναλωτές των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών και των Απομονωμένων Μικροδικτύων, με τιμολογήσεις ίδιες, ανά κατηγορία καταναλωτή, με αυτές του Διασυνδεδεμένου Συστήματος και
2. η παροχή ηλεκτρικής ενέργειας με ειδικό τιμολόγιο στους ευπαθείς καταναλωτές (πολύτεκνοι και ομάδες πληθυσμού που δικαιούνται να ενταχθούν στο Κοινωνικό Οικιακό Τιμολόγιο – ΚΟΤ).
Η παροχή όλων των ΥΚΩ, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης για Καθολική Υπηρεσία και Έσχατο Καταφύγιο, έχει ανατεθεί αποκλειστικώς στη ΔΕΗ, η οποία υποχρεούται να δραστηριοποιείται στην απελευθερωμένη αγορά με την πρόσθετη αυτή υποχρέωση προς όφελος του κοινωνικού συνόλου.
Οι προσφερόμενες κατά τα ανωτέρω ΥΚΩ χρηματοδοτούνται μέσω ειδικού τέλους το οποίο επιβάλλεται στους καταναλωτές της ΔΕΗ και, έως πρόσφατα, σε περίπτωση καταναλωτών άλλων προμηθευτών, στους λοιπούς αυτούς προμηθευτές – μετά δε από πρόσφατη νομοθετική ρύθμιση το τέλος επιβάλλεται απ’ ευθείας στους καταναλωτές.
Τα ποσά που αντιστοιχούν στις χρεώσεις για την παροχή ΥΚΩ περιλαμβάνονταν παγίως και διαρκώς στα εγκεκριμένα από το κράτος τιμολόγια τα οποία υποχρεούται να εφαρμόζει η ΔΕΗ. Η διακριτή αναγραφή των εν λόγω χρεώσεων δεν γίνεται παρά μόνον για λόγους διαφάνειας ενόψει της απελευθέρωσης της αγοράς και για τον έλεγχο της αποφυγής παροχής τυχόν υπερ-αντιστάθμισης στον πάροχο των ΥΚΩ. Εξυπηρετεί δηλαδή λογιστική καταγραφή και δεν πρόκειται για χωριστές χρεώσεις.
Με βάση τα ανωτέρω ο κ. Οικονόμου κατέληξε την ομιλία του επισημαίνοντας ότι, κρίσιμο στοιχείο είναι ο καθορισμός του αντισταθμίσματος που χορηγείται στην υποχρεωμένη προς παροχή ΥΚΩ επιχείρηση, προκειμένου:
• Αφ’ ενός να μην καταστρατηγείται το ευρωπαϊκό δίκαιο και
• αφ’ ετέρου η εν λόγω επιχείρηση να παραμένει βιώσιμη και να δύναται να δραστηριοποιείται στην ενιαία αγορά με όρους που δεν την φέρνουν σε μειονεκτική θέση σε σχέση με τους ανταγωνιστές της.




Αθήνα, 9 Απριλίου 2012                                                      ΑΠΟ ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠOY
Share this article :

Δημοσίευση σχολίου